Monday, 4 July 2011

ΤΟ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΠΑΡΑΘΥΡΟ


Βράδυ καλοκαιριού, στο μπαλκόνι μου. Σουρουπώνει.

Η γειτονιά ζει. Ο μπακάλης γελάει, το μωρό του κλαίει, ο μανάβης περηφανεύεται για τον κήπο που έφτιαξε μόνος του στο καλοκαιρινό εξοχικό του, τα παιδιά ζητάνε παγωτό και κάποια σκυλιά γαβγίζουν. Η γάτα μου κοιτάει μια κάτω τους ανθρώπους, μια πάνω τα πουλιά. Κι εγώ κοιτάω απέναντι. Το απέναντι μπαλκόνι. Το απέναντι παράθυρο.

Απέναντι μου ένα υπνοδωμάτιο, το χρώμα του βερυκοκί. Μέσα σε αυτό το υπνοδωμάτιο μία γυναίκα. Μία γιαγιά. Μία ηλικιωμένη κυρία. Ξαπλωμένη. Μέσα σε αυτό το υπνοδωμάτιο εμφανίζεται ένας άντρας. Ένας ηλικιωμένος κύριος. Ένας παππούς- ο άντρας της. Τη σηκώνει από το κρεβάτι και την αφήνει όρθια να στέκεται. Έπειτα βγάζει τα λευκά σεντόνια από το κρεβάτι, τα διπλώνει, φέρνει άλλα καθαρά και τα στρώνει. Η γυναίκα τον παρακολουθεί όρθια, αμήχανη, σιωπηλή. Τα μαλλιά της κοντά, άσπρα, αχνά. Το νυχτικό της βερυκοκί. Τα χέρια της πλεγμένα μεταξύ τους και αφημένα στο βάρος τους. Σε στάση αναμονής. Σαν παιδί σε χορωδία. Την πιάνει φαγούρα στη μύτη, την ξύνει αλλά μετά τα χέρια μένουν αμήχανα, εκκρεμούν. Αρχίζει να τα τρίβει μεταξύ τους απαλά και νωχελικά- μόνο τόση η δύναμη της. Και μετά πάλι πλεγμένα και αφημένα στο βάρος τους. Το βλέμμα της στον άντρα της που αλλάζει τα σεντόνια. Τί να νιώσει; Τον κοιτά και μετά κοιτά απέναντι - για μία διαφυγή- κοιτά προς εμένα. Ο άντρας γρήγορα τραβάει την κουρτίνα.

Η κουρτίνα ανοίγει. Ένα υπνοδωμάτιο, το χρώμα του βερυκοκί, το φως σβηστό. Μέσα σε αυτό το υπνοδωμάτιο μία γυναίκα. Μία γιαγιά. Μία ηλικιωμένη κυρία. Ξαπλωμένη.

Απέναντι μου ένα υπνοδωμάτιο. Απέναντι μου ο χρόνος που κυλάει. Απέναντι μου η ντροπή για το αναπόφευκτο. Απέναντι μου η αγάπη. Απέναντι μου μία γυναίκα. Απέναντι μου ένας άντρας.

1 comment:

  1. Κάθε φορά που διαβάζω τις ιστορίες σου, ακούω τη φωνή σου να τις αφηγείται και να χρωματίζει τα σημεία, τα σημαντικά και τα ασήμαντα.

    Συνέχισε να με ταξιδεύεις!

    ReplyDelete