Monday, 3 June 2013

Η πίστη.

 
 Μπήκα στο δωμάτιο μου. Οι κουρτίνες ήταν τραβηγμένες αλλά το φως του ήλιου, έντονο, τις διαπερνούσε και γέμιζε τον χώρο με την άχνα του. Κοίταξα το κρεβάτι με τα άσπρα του σεντόνια και μια μυρωδιά σαπουνιού με πλημμύρισε. Μέσα σε μια στιγμή μου αποκαλύφθηκε η αίσθηση της απόλαυσης.
   Μια απόλαυση κατάδικη μου που γεννιέται επειδή έτσι το διάλεξα. Δεν παρασύρθηκα, διάλεξα τις ηδονές μου. Με κυρίευσα και μετά κυρίευσα τον Άλλον. Τον καθοδηγώ σε αυτά που θέλω. Πάνω στο σώμα μου. Γητεύω και αλητεύω και αλαλάζω και σιωπώ. Σιωπή λοιπόν. Και ξανά, αλαλαγμοί και θρήνοι και κραυγές χαράς και έκπληξης. Και ξάφνου, ο φόβος του θανάτου, πάντα εκεί- ποτέ αλλού- μετουσιώνεται σε ένα στοίχημα. Γίνεται πιόνι στην παρτίδα που ορίζω, την παίζω και κερδίζω. Κερδίζω αυτόν τον φόβο του θανάτου. Και ο Χάρος από μαυροφορεμένη φιγούρα γίνεται ο παλιάτσος μου. Σε νικάω. Κάθε στιγμή απόλαυσης σε νικάω Σατανά και γίνομαι θεότητα. Θεότητα του Δωδεκάθεου με πάθη, λάθη και μορφή.
   Μετά απ’την κορύφωση της μεγαλομανίας μου, επιστρέφω και πάλι στις διαστάσεις μου. Δε βλέπω τα μέσα μου κι όμως τα νιώθω. Και τα συναισθήματα που γεννά ο Άλλος, δεν είναι τίποτε άλλο από σωματικές αντιδράσεις. Χημεία, και ίσως κάτι λίγο από το άυλο- πνευματικό ας το πούμε.
   Κι ύστερα απ’όλα αυτά, τον οίστρο, την μανία, τη σιγή και την ησυχία, και πάλι εγώ, ο εαυτός μου: καθημερινός, φθαρτός, μία κουκίδα στην όλη Ιστορία.
   Αλήθεια, η ζωή είναι ήδη μπερδεμένη και περίπλοκη. Πού χώρος και χρόνος για την πίστη σε έναν άλλο Θεό, πέρα από τον άνθρωπο τον ίδιο.


No comments:

Post a Comment