Είχε έρθει επιτέλους η στιγμή. Σήμερα ήταν η μέρα που θα σάλπαρε με το
καράβι της. Είχε περάσει έναν ολόκληρο χρόνο να το κατασκευάζει αυτό το ξύλινο
καράβι της.
Στην αρχή δεν ήξερε το πώς. Είχε μπροστά στα χέρια της τα ακατέργαστα
υλικά. Ξύλο, μέταλλο και πανί. Φοβισμένη αλλά αποφασισμένη, σχεδόν ενστικτωδώς,
άρχισε να κατασκευάζει. Οι εικόνες στο μυαλό της κυλούσαν με τρόπο φυσικό στα
χέρια της- απευθείας και αδιαμεσολάβητα. Ξυλοκοπούσε, έραβε, διόρθωνε,
ξανάφτιαχνε. Την κινούσε ο δαίμονας που είχε μέσα της. Για πρώτη φορά στη ζωή
της του είχε παραδοθεί ολοκληρωτικά, χωρίς καμία αντίσταση. Οι αντιστάσεις
είναι ωφέλιμες στην ευκολία. Στη δυσκολία είναι καλύτερα να αφεθείς και να την
κατεργαστείς σαν το διαμάντι το άκοπο. Αφοσιωμένη στο σκοπό της υλοποιούσε την
παράσταση που είχε μέσα της. Και όσο έβλεπε τα υλικά της να παίρνουν σχήμα και
μορφή, τόσο συνέχιζε προς την ολοκλήρωση. Το δυσκολότερο ήταν το τέλος. Να
νιώσει πότε έρχεται και να το σεβαστεί. Έτσι κι έκανε. Όταν λοιπόν το τέλος
ήρθε, εκείνη ύψωσε τα μάτια και το είδε μπροστά της. Ενσαρκωμένο. Ένα ξύλινο
καράβι που θα την ταξίδευε. Συγκινήθηκε. Ήταν δικό της, το καράβι της. Μπήκε
μέσα, άνοιξε τα πανιά και σάλπαρε.
No comments:
Post a Comment