"My child, I carry you within my net-bag. I carry you and I keep you close to my body and my breath and my heart. My child, do not be afraid. Look around at this wonderful and wild world that awaits you. I know you are scared. We are all scared. But you are here now and since you are here the wise thing to do is to live. You will live a special life because you are special as well. We are all so uniquely constructed. We are all carriers of past lives and past dreams that mix with our own. So look around, my child. Look at people; some will look back at you, some won’t- but that’s just fine. Look at time; reflect on the past, act in present, hope and plan for the future. Look at all those different places; do not compare them, it’s useless. Travel, acknowledge others and make a home wherever you want. Use your mind, but do not overuse it. Feel accordingly to the situations and the events, but do not exaggerate. Respect the human analogies. Aim high but avoid being extreme. Make choices. Accept the fact that we cannot do everything or be everyone. Accept reality and use it. And hope my child, always hope. Because we may be alone in this world but we are alone within net-bags where we can be close to someone else’s body, and breath, and heart."
“One wants to tell a story, like Scheherezade, in order not to die. It's one of the oldest urges in mankind. It's a way of stalling death.” Carlos Fuentes
Monday, 2 July 2012
Monday, 25 June 2012
Τέλη Ιούνη
Τέλη Ιούνη, καθημερινή. Είχε βραδιάσει. Εκείνοι κάθονταν
έξω στο μπαλκόνι τους να ξεγελάσουν τη ζέστη που δεν υποχωρούσε ούτε τις βραδινές
ώρες. Έπαιζαν σα δυο μικρά παιδιά. Πάνω στο ξύλινο τραπεζάκι βρισκόταν ένα μεγάλο
μπωλ που το είχαν γεμίσει φρούτα. Κεράσια, βερίκοκα, ροδάκινα. Εκείνη είχε
επιπλέον πάνω στην ποδιά της ένα πιάτο με καρπούζι. Εκείνος γελούσε με την
αδυναμία που είχε στο φρούτο αυτό. Και οι δυο μαζί γέμιζαν με τα σπόρια το στόμα
τους και στόχευαν στις γλάστρες του απέναντι μπαλκονιού. Στόχος ήταν να φυτέψουν
μια καρπουζιά- δώρο για τον καλοσυνάτο και μοναχικό γείτονα. Οι περισσότερες
προσπάθειες τους όμως κατέληγαν κάτω στο δρόμο σε κεφάλια ανυποψίαστων περαστικών
που όταν θα επέστρεφαν σπίτι θα αναρωτιόντουσαν πώς βρέθηκαν πάνω
τους αυτοί οι μικροί μαυροι καρποί. Γελούσαν δυνατά σαν παιδιά, σκάρωναν τραγούδια δικά τους, έλεγαν παλιές
ιστορίες και σχεδίαζαν νέες. Οι ώρες περνούσαν χωρίς εκείνοι να καταλαβαίνουν πώς.
Όταν πια η γειτονιά αφήνονταν στο θερινό λήθαργο, οι δυο τους σηκώνονταν απ’το μπαλκόνι,
έμπαιναν μέσα και συνέχιζαν την ερωτοτροπία. Το φιδάκι έξω στο μπαλκόνι έσβηνε
και το ζευγάρι μέσα στο σπίτι άναβε.
Thursday, 14 June 2012
Πιστεύω
Πιστεύω εις ένα νόημα, προσωπικό και ουσιαστικό, δομικό τ’ Ουρανού και της
Γης μου.
Και εις έναν άνθρωπο, δαιμονικό και μοναχικό, κοσμικό και φερέλπιδα, εκ
πατρός και μητρός γεννηθέντα.
Και εις το πνεύμα που τολμά, που υπερπηδά και αντιστέκεται προς αναζήτηση του
καλού, του πραγματικού και του ωραίου.
Και εις μίαν αγάπη, διαβολική και μαρτυρική, μα τα πάντα- τον χρόνο, τον χώρο
κι εμέ- πληρούσα.
Friday, 1 June 2012
Καλοκαίρι
Το καλοκαίρι μπήκε απαλά.
Κι εγώ γι’ αυτό δε θα μιλήσω με μια μικρή ιστορία, ούτε με κάποιο παραμύθι. Αλλά, θα
μιλήσω για έναν μεγάλο αφηγητή, τον αγαπημένο μου Ingmar.
Μες στη ζωή
φοράμε προσωπεία και παίζουμε ρόλους. Άλλοτε ζυγιάζουμε προσεκτικά τα λόγια
μας, οργανώνουμε τον νου και σκεφτόμαστε προτού μιλήσουμε. Άλλοτε, δρούμε
αυθόρμητα, αβίαστα. Δρούμε αντιδρώντας στη στιγμή. Όπως και να ’χει
όμως, πάντα μα πάντα, υπάρχει κάτι αδιόρατο και ανεξήγητο που μας διαφεύγει. «Κι
οι άνθρωποι θυμώνουν με το ανεξήγητο». Και αυτό είναι μια αλήθεια. Και αυτό
κάνει τη ζωή που ζούμε να μοιάζει παιδική.
Μες στη ζωή αυτή
υπάρχουν ακόμα και εκείνοι οι λίγοι άνθρωποι, οι λιγοστοί, που κατορθώνουν να
νιώσουν και να αποτυπώσουν τα υπόγεια με μια ακριβή και οικονομική ευαισθησία.
Όταν λοιπόν το έργο τους συναντηθεί με εσένα που όχι μόνο θα το δεχτείς μα και
θα το καταλάβεις, τότε συμβαίνει η επαφή.
Τα αγγίγματα στην
καθημερινότητα μας είναι σπουδαία. Το άγγιγμα με ένα έργο τέτοιο είναι
σπουδαίο. Ξάφνου, καταλαβαίνεις την αγάπη.
Τα λόγια όμως
μοιάζουν βάρβαρα να περιγράψουν αυτήν τη συνάντηση. Γι’ αυτό καλύτερα να μένουν
απλά. Η βαρβαρότητα είναι έτσι λίγο πιό ανεκτή.
«Να είσαι μαλακός
με τους ανθρώπους», λέει πατέρας σε γιό. Ένας πατέρας που ομολογεί στο τέλος
της ζωής του πως το ταλέντο του δεν ήτανε να βγάζει λόγους, μα να αγαπά τον
κόσμο που έχει ο ίδιος φτιάξει και τους ανθρώπους που ζουν σε αυτόν.
Monday, 28 May 2012
Το καράβι της
Είχε έρθει επιτέλους η στιγμή. Σήμερα ήταν η μέρα που θα σάλπαρε με το
καράβι της. Είχε περάσει έναν ολόκληρο χρόνο να το κατασκευάζει αυτό το ξύλινο
καράβι της.
Στην αρχή δεν ήξερε το πώς. Είχε μπροστά στα χέρια της τα ακατέργαστα
υλικά. Ξύλο, μέταλλο και πανί. Φοβισμένη αλλά αποφασισμένη, σχεδόν ενστικτωδώς,
άρχισε να κατασκευάζει. Οι εικόνες στο μυαλό της κυλούσαν με τρόπο φυσικό στα
χέρια της- απευθείας και αδιαμεσολάβητα. Ξυλοκοπούσε, έραβε, διόρθωνε,
ξανάφτιαχνε. Την κινούσε ο δαίμονας που είχε μέσα της. Για πρώτη φορά στη ζωή
της του είχε παραδοθεί ολοκληρωτικά, χωρίς καμία αντίσταση. Οι αντιστάσεις
είναι ωφέλιμες στην ευκολία. Στη δυσκολία είναι καλύτερα να αφεθείς και να την
κατεργαστείς σαν το διαμάντι το άκοπο. Αφοσιωμένη στο σκοπό της υλοποιούσε την
παράσταση που είχε μέσα της. Και όσο έβλεπε τα υλικά της να παίρνουν σχήμα και
μορφή, τόσο συνέχιζε προς την ολοκλήρωση. Το δυσκολότερο ήταν το τέλος. Να
νιώσει πότε έρχεται και να το σεβαστεί. Έτσι κι έκανε. Όταν λοιπόν το τέλος
ήρθε, εκείνη ύψωσε τα μάτια και το είδε μπροστά της. Ενσαρκωμένο. Ένα ξύλινο
καράβι που θα την ταξίδευε. Συγκινήθηκε. Ήταν δικό της, το καράβι της. Μπήκε
μέσα, άνοιξε τα πανιά και σάλπαρε.
Friday, 11 May 2012
Το βότσαλο
Κρατούσε μέσα στα χέρια της ένα μικρό και απαλό βότσαλο. Κάθε φορά που
ζοριζόταν, το έπαιρνε στα χέρια της και το κλείνε μέσα στις χούφτες της. Το
χάιδευε απαλά. Το παρηγορούσε θέλοντας να παρηγορήσει τον ίδιο της τον εαυτό.
Πώς γίνεται ένα μικρό βότσαλο να μεταμορφώνεται σε πλάσμα ζωντανό; Το ένιωθε να
πάλλεται στα δάχτυλα της, σχεδόν να ανασαίνει. Η λεία επιφάνεια του
ζεσταινόταν. Έμοιαζε μάλιστα σα μια μικρή κοιλίτσα μιας γυναίκας εγκύου. Το
βότσαλο εγκυμονούσε. Και το κορίτσι το βαστούσε τρυφερά και το αγκάλιαζε να
επωαστεί. Κοιλιά ή αυγό; Όπως και να έχει κρατούσε στα χέρια της την ελπίδα
μιας νέας ζωής. Κι έτσι πάντοτε, κάθε φορά που η ζωή τη ζόριζε, εκείνη έπαιρνε στα χέρια της το μικρό βότσαλο
και ακολουθούσε πιστά την ιεροτελεστία. Μια ιεροτελεστία σύντομης εγκυμοσύνης.
Πόσες φορές αλήθεια είχε γεννηθεί; Πάνω από μία σίγουρα.
Wednesday, 25 April 2012
Ταξίδι
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα κορίτσι που το έλεγαν Αλεξάνδρα. Στο
κορίτσι αυτό άρεσαν τα ταξιδιά. Του άρεσε να ταξιδεύει σε διάφορες χώρες και
ηπείρους για να γνωρίζει καινούρια μέρη και διαφορετικούς ανθρώπους. Το
παράδοξο όμως ήταν πως όσο περισσότερο ταξιδεύε, τόσο λιγότερο διαφορετικούς
ένιωθε τους ανθρώπους αυτούς. Ναι, υπήρχαν πράγματα που δεν ήξερε για εκείνους,
συμπεριφορές που την ξάφνιαζαν, συνήθειες που ποτέ δεν είχε φανταστεί. Όμως,
πάνω από όλα, παρατηρούσε πως όλοι τους ήταν πλάσματα που μέσα στη μοναξιά του κόσμου
αναζητούσαν τη συντροφιά και την αγάπη. Τα ταξίδια της τής αποδείκνυαν ολοένα
και περισότερο πως το ταξίδι μας στον κόσμο τον πραγματικό, είναι ένα ταξίδι
όπου αναζητάμε τον άλλον. Το παιδάκι από την Αφρική, ο γεράκος από ένα
ξεχασμένο μεσογειακό ακρονήσι, η Ινδή κρυμμένη πίσω από τα χρώματα, και μαζί
τους κι εγώ είμαστε ταξιδευτές στην ίδια μας τη ζωή, περιπατητές μιας πορείας
που δυνάμει επιθυμούμε να μας βγάλει από τη μοναξιά. Αναζητούμε βλέμματα και
αγγίγματα που θα ανακουφίσουν τον τρόμο μας. Και τελικώς, εκείνοι που θα
κερδίσουν- γιατί πάντα υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, έτσι είναι η πραγματική
αλήθεια- θα είναι εκείνοι που θα τολμήσουν να παραδεχτούν την αδυναμία τους με
απώτερο σκοπό- σκοπό όχι λογικό, αλλά συναισθηματικό- να δουν μέσα στα μάτια
του άλλου τον ίδιο τον εαυτό τους.
Subscribe to:
Posts (Atom)